10 Απρ 2021

Πρόβα θανάτου

Ααααρ Ανάκ! Κάααρ Ακνάκ! ακούστηκε η φωνή του άραβα και ξύπνησα.

Ξύπνησα μέσα σε ένα κάτασπρο φέρετρο και βγήκα σαν καινούργια. Το πρώτο πρόσωπο που είδα βγαίνοντας ήταν η Βάσω, μια φίλη από τα παλιά, δερματολόγος στο επάγγελμα. Ηταν πιο όμορφη από τότε που ήταν είκοσι χρονών. Οχι πως ήταν ιδιαίτερα όμορφη τότε, αλλά τα είκοσι χρόνια έχουν πάντα μια φρεσκάδα, τη φρεσκάδα της νεότητας. Εμεινα ξερή.

-Πώς τα κατάφερες, βρε θηρίο; τη ρώτησα.

-Μπα, έκανα απλώς μια πρόβα θανάτου.

-Τι είν' αυτό;

-Αυτό που έκανες κι εσύ! μού απάντησε, αλλά δεν θυμόμουν να έχω κάνει τέτοιο πράγμα.

Δίπλα μου, στην αίθουσα αναμονής για τα ΚΤΕΛ προς το αεροδρόμιο της Αλεξανδρούπολης, από όπου θα παίρναμε το αεροπλάνο για τον τόπο μας, καθόταν ένας ωραίος κύριος με τη φωνή του Νίκου Τζόγια, του παλιού ηθοποιού, αν θυμάσαι. 

Ούτε κατάλαβα πώς βρέθηκα εκειπέρα αμέσως μετά την έξοδό μου από το φέρετρο. Το πώς μπήκαμε στο λεωφορείο και φτάσαμε στο αεροδρόμιο, ούτε που θυμάμαι, όπως δεν θυμάμαι καθόλου τα περί της πτήσης που ακολούθησε προς το αεροδρόμιο του τόπου μας.

-Καιρός να πηγαίνουμε, μου είπε με την ιδιαιτέρως βαθειά φωνή του, δεν νομίζετε;

Συμφώνησα με νεύμα του κεφαλιού, εξακολουθώντας να κοιτάζω τον αστράγαλο του δεξιού του ποδιού, που διαγραφόταν καθαρά μέσα από τη λευκή κάλτσα, όπως καθόταν με τό 'να πόδι πάνω στ' άλλο με άνεση. Η κάλτσα ήταν ημιδιαφανής και διέκρινα ένα δέρμα γκριζωπό να διαγράφεται καθαρά, όπου ζωγραφιζόταν ένα μαβί δίκτυο από φλέβες. Ενα γεροντικό πόδι ως βάση για ένα νεανικής όψης κορμί και πρόσωπο.

Σηκωθήκαμε ταυτόχρονα και, προχωρώντας στο πλάτωμα για να φτάσουμε στην αίθουσα του αεροδρομίου κι από εκεί στην έξοδο, έστρεψα το κεφάλι και κοίταξα τον συνοδό μου, που δεν έμοιαζε καθόλου με τον αγαπημένο ηθοποιό. Αυτός ήταν ένας νέος κύριος ξανθομάλλης με ίσιο μαλλί μήκους περί τα δέκα εκατοστά, που με στήριζε έχοντας το αριστερό του χέρι κάτω από τον δεξιό μου πήχυ, όπως βλέπουμε στις παλιές ταινίες εποχής που παίζει το σινεμά.

-Και τώρα, σπίτια μας! αναφώνησα με ανακούφιση. Εκείνος χάθηκε ως δια μαγείας και 'γώ βρέθηκα να ξυπνάω: στο κρεββάτι μου αυτή τη φορά!



7 Απρ 2021

ο ήχος μέσα στον ήχο

Συζητούσαν για ώρες... ή, μάλλον, αυτός μιλούσε κι εκείνη άκουγε. Ακουγε τον ήχο της φωνής, αυτόν τον τραγανιστό ήχο που, πέρα και πίσω από τα λόγια, χτύπαγε σαν προειδοποιητική καμπάνα: «θα σου κάνω κακό θα σου κάνω κακό».

Ο ήχος της φωνής του Αλκη έβγαινε τραγανιστός, με στιγμιαία τεντώματα εκδικητικά, σαν συριγμός βραχνού φιδιού δάγκωνε τον αέρα, δηλητηριάζοντας την ακοή της: «θα σε βλάψω θα σε βλάψω θα σε βάλω κάτω σκρόφα και θα σε γαμήσω σκρόφα σκρόφα σκρόφα θα σου κάνω κακό θα σου κάνω κακό». 

Αλκης, ένα τόσο γλυκο όνομα, αναγραμματισμός του Λάκη μεν, αλλά εξευγενισμένο και πολύ In. Παραπειστικό, δεν προειδοποιούσε καθόλου για το τί έμελλε συμβεί. Αν λεγότανε π.χ. Πανάγος, ένα όνομα αγριωπό, αυτό θα μπορούσε να την αποτρέψει από το να βρεθεί μονάχη μαζί του. Ομως ένας Αλκης, τι κακό μπορεί να της έκανε ένας Αλκης; δεν ένιωσε να κινδυνεύει, η αρχή του ραντεβού τους δεν προμήνυε κάτι δυσάρεστο εκτός ίσως από έναν καταιγισμό παπαρολογίας.

Ναι, οπωσδήποτε την κούραζαν όλα αυτά τα λόγια λόγια λόγια που έφευγαν, λέξεις που πέταγαν μακριά μαζί με το νόημά τους, αφήνοντας στην ατμόσφαιρα τον ήχο τους μονάχα, κι αυτός ο ήχος έμπαινε κατευθείαν στο μυαλό της, κι από τη μια το κοίμιζε κι από την άλλη καμπάνιζε αυτό το στιγμιαίο τέντωμα -ένας ήχος μικρός μέσα στον κύριο ήχο. Ενα ηχητικό τέντωμα που δεν ακουγόταν σκέτο: έπρεπε να υπάρχει ένας άλλος ήχος, μια καταιγιστική ομιλία, ώστε να το κουκουλώνει. 

Αν ήταν δυνατόν αυτό το τέντωμα να ακουστεί σκέτο, γυμνό, χωρίς το παλτουδάκι της φωνής, θα έμοιαζε ίσως με τον ήχο που, για ένα απειροελάχιστο κλάσμα δευτερολέπτου, δίνει το ράγισμα ενός κρυστάλλου κουρασμένου από μακρόχρονη αναμονή σε μια βιτρίνα, ενός κρυστάλλου ευαίσθητου που έχει κακιώσει επειδή κανένας δεν το θέλει ή είναι πολύ ακριβό για να πουληθεί, και παραμένει περιμένοντας και κάποια στιγμή, κάποια μικρούλα στιγμή, ραγίζει. Εκδικητικά.