Στο πλαίσιο της προσπάθειας απεγκλωβισμού από τις εικόνες οι οποίες μας δυναστεύουν, κάθε τόσο θα ανεβαίνει και απο μια τολμηρή ιστορία. Αργήσαμε, αλλά ελπίζουμε να αποζημειωθείτε.
Ο ιππότης Λάρρυ έκειτο μεταξύ δύο βατραχωδών κυριών της υψηλής κοινωνίας της πολιτείας των Επιδαυρείων, ήν είχεν επισκεφθεί μετά πάσης προσμονής, εντός του πλαισίου προγραμματισθείσης εξορμήσεως αυτού εν τη υπαίθρω. Οι αρωματικοί πόδες του εξείχον του ημιδίπλου διβανίου, το οποίον ήτο μάλλον ημί παρά διπλούν. Η απόλυτος ανάγκη ύπνου και οριζοντιώσεως, δεν εξετάζει τα μήκη και τα πλάτη των διβανίων, ούτω ο ανθεκτικός ιππότης ήτο πλήρως δεδικαιολογημένος -δεν ηδύνατο να πράξει αλλέως πως, τοσαύτη εξουθένωσις απαιτεί ξάπλαν.
Η εξουθένωσις ήτο επόμενον να συμβεί, ακόμη και εις ένα ιππότην με νεύρα εξ ατσαλοσύρματος, όπως ο Λάρρυ εσυνήθιζεν καυχώμενος, ένεκα της θυελλώδους νυκτός ήτις είχεν προηγηθεί μετά των βατραχωδών γυναικών.
Αι γυναίκες αύται, ως γνωστόν, διατηρούν ορμάς πέραν του δέοντος ισχυράς και εξακοντίζουν ταύτας εναντίον των ανδρών οίτινες τολμούν να πλησιάζουν αυτάς εντός ακτίνος μικροτέρας των τριών χιλιομέτρων. Καλούνται δε «βατραχώδεις» διότι τα άκρα αυτών επικρέμανται -ούτως ειπείν- εκατέρωθεν των πλευρών ενός σώματος διεσταλμένου εκ των υπερβολικών συσσωρευμένων λιπών, άτινα συνωθούνται πέριξ της περιοχής άλλοτε ποτέ μέσης καλουμένης. Τουτέστιν, αι βατραχώδεις κυρίαι διαθέτουν τεραστίαν μπάκαν και τύφλα νά 'χουν έμπροσθέν των οι φουσκωτοί στόμαχοι των ανδρών μπιροποτών.
Βεβαίως, δικαιολογούν την τοιαύτην παραίτησίν των από της εκγυμνάσεως του σώματός των και την άφεσιν αυτού ερμαίου εις την ηδονήν της λαιμαργίας, λέγουσαι ότι η μπάκα είναι τάχατες αποθήκη ορμονών των οποίων η έλλειψις αποκαθίσταται τοιουτοτρόπως και προφυλλάσσει ούτωπως αυτάς από ατυχήματα προερχόμενα εξ οστεοπωρώσεως. Τουτέστιν, τρίχες. Αι βατραχώδεις κυρίαι είναι, μηδεμιάς εξαιρουμένης, απλώς και μόνον λαίμαργαι και οκνηραί πέραν του δέοντος. Καταβροχθίζουν τον αγλέορα και, εντός της φοβερής των λαιμαργίας, θα ηδύναντο να χάψουν ακόμη και αμνόν προ της σφαγής, πόσω μάλλον ένα άνδρα της γνωστής λεπτότητος και ψυχικής ευαισθησίας του ιππότου Λάρρυ.
Την προηγηθείσαν νύκτα επότισαν αυτόν πλήθος οινούχων σερμπετίων, παρουσιάζουσαι αυτά ως βυσσινάδαν, και ο τάλας ιππότης έπιε αυτά επιθυμών να συμβαδίσει με τας συνηθείας της υψηλής κοινωνίας. Δια πρώτην φοράν –και τελευταίαν, ηύχετο τώρα- κατά την διάρκειαν του βίου του, είχεν επισκεφθεί την πολιτείαν αυτήν, την και των Επιδαυρείων καλουμένην, εν τη επιθυμία του να γνωρίσει τας φυσικάς καλλονάς της πατρίδος αυτού. Αντί δια φυσικάς καλλονάς όμως, είχεν επιπέσει εντός του βαθέως λάκκου, όν αι κυρίαι είχον υποσκάψει μετά πάσης προσοχής, δήλα δη είχεν ευρεθεί αυτομάτως ενώπιον δύο φυσικών τεράτων χωρίς να το πάρει ουδόλως χαμπάρι.
Οποία η αγαλλίασις των δύο γυναικών, την στιγμήν κατά την οποίαν ο ευγενής και ευαίσθητος ιππότης Λάρρυ ηυρέθη κάτωχρος επί του δαπέδου της σάλας με τα τρία ανάκλιντρα, τα κεκαλυμμένα υπό βαρυτίμων υφασμάτων εκ βελούδου καθώς και υπό απαλών υπαυχενίων παραγεμισμένων με πτίλα νήσσης. Ο Λάρρυ, αν και εκάθητο επί της πολυθρόνας, αρκούντως μακράν των ανακλίντρων επί των οποίων άπλωναν αι βατραχώδεις κυρίαι την αρίδα των, μετά την αθέλητον οινοποσίαν είχεν γλιστρήσει -ούτως ειπείν- ένεκα η έντονος ζαλάδα και το σώμα αυτού είχεν ευρεθεί κυλιόμενον αργά επί του δαπέδου της σάλας.
Αι κυρίαι, άνευ δισταγμού, παρέλαβον αυτόν και εξέδυσάν τον εκ της αργυράς του πανοπλίας λίαν προσεκτικώς μη τυχόν και ξυπνήσει. Ευτυχώς, είχεν προνοήσει να ενδυθεί την αργυράν πανοπλίαν, ήτις ουδόλως έτριζεν, ίνα εντυπωσιάσει τας κυρίας της υψηλής κοινωνίας της πολιτείας των Επιδαυρείων, αίτινες είχον την ευγενή καλωσύνην να τον προσκαλεσωσιν ίνα δειπνήσουν ομού και οι τρεις έν τινι εστιατορίω. Αντί εστιατορίου όμως, αι πονηραί αύται είχον καταφέρει -με τα σεις και με τα σας- να ξενηστικώσουν και να ποτίσουν οίνον τον ιππότην, με δολίαν πρόθεσιν ίνα επί τέλους γαμηθώσιν υπ’ αυτού. Ως γνωστόν, ο ιππότης Λάρρυ είναι κτήτωρ της φοβεροτέρας, ωραιοτέρας και πλέον ντούρας ψωλής των Βαλκανίων, πιθανότατα δε και της Ευρώπης, ίσως και ολοκλήρου της Υφηλίου.
Ο δόλος των κυριών προήρχετο ασφαλώς εκ της ανασφαλείας των αλλά και εκ της αγνοίας των περί της ευγενεστάτης φύσεως του ιππότου, όστις ουδέποτε είχεν αρνηθεί να γαμήσει μίαν κυρίαν, ακόμη και βατραχώδη. Όχι βεβαίως πως ηυχαριστείτο την συνουσίαν μετά τινος απαισίας γυναικός -τρόπος του λέγειν απαισίας, διότι ο Λάρρυ εύρισκεν όλας ανεξαιρέτως τας γυναίκας θεσπεσίας αιθερίας υπάρξεις και η γαμιστική του ικανότης ενεργοποιείτο συνήθως μέσω του εγκεφάλου του- αλλά, με το προαναφερθέν τρικ, κατάφερνε να είναι πάντοτε συνεπής και υπέρλαμπρος εραστής. Αι βατραχώδεις κυρίαι δεν εγνώριζον την ικανότητα ταύτην του ιππότου, όθεν έπραξαν ως έπραξαν και, φυσικά, έχασαν εφ’ όσον δεν ηδυνήθησαν να απολαύσουν τας ορμάς αυτού πλήρεις ενεργητικότητος αλλά λίαν αποδεδυναμωμένας, την στιγμήν κατά την οποίαν ούτος ηυρίσκετο σχεδόν εκτός εαυτού -ίπτατο επί των νεφών του αλκοόλ.
Αφού εξέδυσον τον θαυμαστόν ιππότην με την διάσημον δια την υπεροχήν της ψωλήν, επέπεσον η μία μεν επί του ευρέως αυτού στέρνου, η δε ετέρα επί της περιοχής κάτωθεν της κοιλιακής χώρας και ενηλλάσσοντο κάθε τρεις και λίγο, τουτέστιν μία πάνω και μία κάτω και ο ιππότης σχεδόν αναίσθητος παρηκολούθη τον εκμαυλισμόν αυτού ως επί τρισδιαστάτου οθόνης. Απασα η ποσότης του οίνου εξεχύθη ωσεί σπέρμα εντός των άνω και κάτω γυναικείων χειλέων και, κατόπιν του πλήρους ξεζουμίσματος, ούτως ειπείν, έσυραν αι δύο μαινάδες το ισχνόν του δέμας επί του ημιδίπλου διβανίου επί του οποίου ηυρέθη εξυπνών την επομένην πρωΐαν.
Ετάνυσεν τους μύες, ήπλωσεν χείρας και πόδας, το σώμα όμως του ιππότου ηρνείτο επιμόνως να υπακούσει την εντολήν του κυρίου του ίνα εκτιναχθεί εκ του διβανίου και απέμενεν ως να ήτο προσδεδεμένον με σιδηράς αλυσίδας επ’ αυτού. Αι βατραχώδεις κυρίαι εκοιμώντο τον ύπνον του δικαίου, μία εκ δεξιών και μία εξ ευωνύμων, αφήνουσαι ισχυράς εκπνοάς καθώς επίσης επέρδοντο υποκώφως, πράγμα το οποίον απεδείκνυε τον κορεσμόν των ορέξεών των διαρκείας τουλάχιστον τριμήνου. Ο ευγενής ιππότης, αν και δεν ήθελεν ταράξει τον ύπνον αυτών, ησθάνθη μετά τρόμου ισχυράν ξηρασίαν εντός του στόματος και εξέβαλλεν κραυγήν:
- Λίγο νερό! Λίγο νερό!
Αι κυρίαι ανεσήκωσαν τους, ωσεί δρύς, κορμούς των και η μία εξ αυτών έτρεξεν ίνα προσκομίσει μεγάλους αμφορείς πλήρεις ψυχρού ύδατος ίνα δροσίσει τα χείλη του ιππότου, ά εφίλη εμπαθώς την προτεραίαν. Η ετέρα, ανεσήκωσεν μετά προσοχής και τρυφερότητος την κεφαλήν αυτού, μη πνιγεί κιόλας ο έρμος, και προσέφερεν εις αυτόν το ύδωρ εντός ποτηρίου εκ κρυστάλλου Βοημίας περιτέχνως εσκαλισμένου. Τοσαύτη ήτο η ανάγκη του ιππότου να ξεδιψάσει, ώστε το περισσότερον ύδωρ εχύνετο εκτός των χειλέων αυτού.
Εντέλει, εξεδίψασεν και ανεκάθισεν επί του διβανίου διερωτώμενος πώς ηυρέθη επ’ αυτού και μάλιστα εντελώς γυμνός. Αι κυρίαι έδωσαν ικανάς εξηγήσεις ώστε να αντιληφθεί τι ακριβώς είχεν συμβεί και ο ιππότης Λάρρυ, προσποιούμενος τον απαθή, εζήτησεν πλουσιοπάροχον πρόγευμα όν μετά χαράς του προσεφέρθη. Απήλαυσεν τούτον καθήμενος επί του διβανίου χωρίς να ενδυθεί, σκεπτόμενος παραλλήλως μικράν αναίμακτον εκδίκησιν ήτις θα προσέφερεν ικανοποίησιν εις τον ίδιον αλλά και θα έδιδεν μάθημά τι εις τας βατραχώδεις κυρίας. Κατόπιν, μόλις ντερλίκωσε και ησθάνθη εκ νέου ντούρος και ισχυρός, ήρπαξεν και τας δύο ομού εκ των μακριών τριχών της ξανθής κεχρωσμένης κόμης των και τας ετίναξεν επί του δαπέδου.
- Τώρα θα ιδείτε τι θα πάθετε αποτρόπαια γύναια του συρμού! Εκραύγασεν στεντορίως, μια και δεν ήξερε να βρίζει εκτενέστερα.
Αι βατραχώδεις κυρίαι είχον την ευχάριστον έκπληξιν να δεχθώσιν πολλαπλάς εφαρμογάς του υπερμεγέθους ψώλωνος, όστις δεν εβαρύνετο εις το ελάχιστον να τας γαμεί εναλλάξ και επί τα αυτά. Η συνεύρεσις ήτο απολύτως άηχος και, ενώ πιθανώτατα εις ετέραν περίπτωσιν θα ηδύνατό τις να φαντασθεί ότι θα εκυριάρχουν κραυγαί όπως «πάρε και τούτη, πάρε και κείνη και αχ, πασάκα μ' τι μου κάνεις και τι σου κάνω μάνα μ'», δεν ηκούγετο κιχ.
Μετά το πέρας της, τρόπον τινά, εκδικητικής συνουσίας -όσον μία συνεύρεσις δύναται να χαρακτηρισθεί ούτωπως- αι κυρίαι εκείτοντο σχεδόν άπνοες επί του δαπέδου, πλήρεις φαιών μωλώπων επί των μηρών των, ενώ ο ιππότης Λάρρυ ενεδύετο την αργυράν αυτού πανοπλίαν σιγοσφυρίζων ασμάτιόν τι, πανέτοιμος δι αναχώρησιν εκ της μικράς πολιτείας των Επιδαυρείων. Τοσούτον μικράς, ώστε θα εδυσκολεύετο εις το μέλλον να την ανακαλύψη εκ νέου εις τον γεωγραφικόν χάρτην της πατρίδος του. Αι κυρίαι παραμένουσιν εισέτι άπνοες και άφωναι. Ας πρόσεχαν!
Ο ιππότης Λάρρυ έκειτο μεταξύ δύο βατραχωδών κυριών της υψηλής κοινωνίας της πολιτείας των Επιδαυρείων, ήν είχεν επισκεφθεί μετά πάσης προσμονής, εντός του πλαισίου προγραμματισθείσης εξορμήσεως αυτού εν τη υπαίθρω. Οι αρωματικοί πόδες του εξείχον του ημιδίπλου διβανίου, το οποίον ήτο μάλλον ημί παρά διπλούν. Η απόλυτος ανάγκη ύπνου και οριζοντιώσεως, δεν εξετάζει τα μήκη και τα πλάτη των διβανίων, ούτω ο ανθεκτικός ιππότης ήτο πλήρως δεδικαιολογημένος -δεν ηδύνατο να πράξει αλλέως πως, τοσαύτη εξουθένωσις απαιτεί ξάπλαν.
Η εξουθένωσις ήτο επόμενον να συμβεί, ακόμη και εις ένα ιππότην με νεύρα εξ ατσαλοσύρματος, όπως ο Λάρρυ εσυνήθιζεν καυχώμενος, ένεκα της θυελλώδους νυκτός ήτις είχεν προηγηθεί μετά των βατραχωδών γυναικών.
Αι γυναίκες αύται, ως γνωστόν, διατηρούν ορμάς πέραν του δέοντος ισχυράς και εξακοντίζουν ταύτας εναντίον των ανδρών οίτινες τολμούν να πλησιάζουν αυτάς εντός ακτίνος μικροτέρας των τριών χιλιομέτρων. Καλούνται δε «βατραχώδεις» διότι τα άκρα αυτών επικρέμανται -ούτως ειπείν- εκατέρωθεν των πλευρών ενός σώματος διεσταλμένου εκ των υπερβολικών συσσωρευμένων λιπών, άτινα συνωθούνται πέριξ της περιοχής άλλοτε ποτέ μέσης καλουμένης. Τουτέστιν, αι βατραχώδεις κυρίαι διαθέτουν τεραστίαν μπάκαν και τύφλα νά 'χουν έμπροσθέν των οι φουσκωτοί στόμαχοι των ανδρών μπιροποτών.
Βεβαίως, δικαιολογούν την τοιαύτην παραίτησίν των από της εκγυμνάσεως του σώματός των και την άφεσιν αυτού ερμαίου εις την ηδονήν της λαιμαργίας, λέγουσαι ότι η μπάκα είναι τάχατες αποθήκη ορμονών των οποίων η έλλειψις αποκαθίσταται τοιουτοτρόπως και προφυλλάσσει ούτωπως αυτάς από ατυχήματα προερχόμενα εξ οστεοπωρώσεως. Τουτέστιν, τρίχες. Αι βατραχώδεις κυρίαι είναι, μηδεμιάς εξαιρουμένης, απλώς και μόνον λαίμαργαι και οκνηραί πέραν του δέοντος. Καταβροχθίζουν τον αγλέορα και, εντός της φοβερής των λαιμαργίας, θα ηδύναντο να χάψουν ακόμη και αμνόν προ της σφαγής, πόσω μάλλον ένα άνδρα της γνωστής λεπτότητος και ψυχικής ευαισθησίας του ιππότου Λάρρυ.
Την προηγηθείσαν νύκτα επότισαν αυτόν πλήθος οινούχων σερμπετίων, παρουσιάζουσαι αυτά ως βυσσινάδαν, και ο τάλας ιππότης έπιε αυτά επιθυμών να συμβαδίσει με τας συνηθείας της υψηλής κοινωνίας. Δια πρώτην φοράν –και τελευταίαν, ηύχετο τώρα- κατά την διάρκειαν του βίου του, είχεν επισκεφθεί την πολιτείαν αυτήν, την και των Επιδαυρείων καλουμένην, εν τη επιθυμία του να γνωρίσει τας φυσικάς καλλονάς της πατρίδος αυτού. Αντί δια φυσικάς καλλονάς όμως, είχεν επιπέσει εντός του βαθέως λάκκου, όν αι κυρίαι είχον υποσκάψει μετά πάσης προσοχής, δήλα δη είχεν ευρεθεί αυτομάτως ενώπιον δύο φυσικών τεράτων χωρίς να το πάρει ουδόλως χαμπάρι.
Οποία η αγαλλίασις των δύο γυναικών, την στιγμήν κατά την οποίαν ο ευγενής και ευαίσθητος ιππότης Λάρρυ ηυρέθη κάτωχρος επί του δαπέδου της σάλας με τα τρία ανάκλιντρα, τα κεκαλυμμένα υπό βαρυτίμων υφασμάτων εκ βελούδου καθώς και υπό απαλών υπαυχενίων παραγεμισμένων με πτίλα νήσσης. Ο Λάρρυ, αν και εκάθητο επί της πολυθρόνας, αρκούντως μακράν των ανακλίντρων επί των οποίων άπλωναν αι βατραχώδεις κυρίαι την αρίδα των, μετά την αθέλητον οινοποσίαν είχεν γλιστρήσει -ούτως ειπείν- ένεκα η έντονος ζαλάδα και το σώμα αυτού είχεν ευρεθεί κυλιόμενον αργά επί του δαπέδου της σάλας.
Αι κυρίαι, άνευ δισταγμού, παρέλαβον αυτόν και εξέδυσάν τον εκ της αργυράς του πανοπλίας λίαν προσεκτικώς μη τυχόν και ξυπνήσει. Ευτυχώς, είχεν προνοήσει να ενδυθεί την αργυράν πανοπλίαν, ήτις ουδόλως έτριζεν, ίνα εντυπωσιάσει τας κυρίας της υψηλής κοινωνίας της πολιτείας των Επιδαυρείων, αίτινες είχον την ευγενή καλωσύνην να τον προσκαλεσωσιν ίνα δειπνήσουν ομού και οι τρεις έν τινι εστιατορίω. Αντί εστιατορίου όμως, αι πονηραί αύται είχον καταφέρει -με τα σεις και με τα σας- να ξενηστικώσουν και να ποτίσουν οίνον τον ιππότην, με δολίαν πρόθεσιν ίνα επί τέλους γαμηθώσιν υπ’ αυτού. Ως γνωστόν, ο ιππότης Λάρρυ είναι κτήτωρ της φοβεροτέρας, ωραιοτέρας και πλέον ντούρας ψωλής των Βαλκανίων, πιθανότατα δε και της Ευρώπης, ίσως και ολοκλήρου της Υφηλίου.
Ο δόλος των κυριών προήρχετο ασφαλώς εκ της ανασφαλείας των αλλά και εκ της αγνοίας των περί της ευγενεστάτης φύσεως του ιππότου, όστις ουδέποτε είχεν αρνηθεί να γαμήσει μίαν κυρίαν, ακόμη και βατραχώδη. Όχι βεβαίως πως ηυχαριστείτο την συνουσίαν μετά τινος απαισίας γυναικός -τρόπος του λέγειν απαισίας, διότι ο Λάρρυ εύρισκεν όλας ανεξαιρέτως τας γυναίκας θεσπεσίας αιθερίας υπάρξεις και η γαμιστική του ικανότης ενεργοποιείτο συνήθως μέσω του εγκεφάλου του- αλλά, με το προαναφερθέν τρικ, κατάφερνε να είναι πάντοτε συνεπής και υπέρλαμπρος εραστής. Αι βατραχώδεις κυρίαι δεν εγνώριζον την ικανότητα ταύτην του ιππότου, όθεν έπραξαν ως έπραξαν και, φυσικά, έχασαν εφ’ όσον δεν ηδυνήθησαν να απολαύσουν τας ορμάς αυτού πλήρεις ενεργητικότητος αλλά λίαν αποδεδυναμωμένας, την στιγμήν κατά την οποίαν ούτος ηυρίσκετο σχεδόν εκτός εαυτού -ίπτατο επί των νεφών του αλκοόλ.
Αφού εξέδυσον τον θαυμαστόν ιππότην με την διάσημον δια την υπεροχήν της ψωλήν, επέπεσον η μία μεν επί του ευρέως αυτού στέρνου, η δε ετέρα επί της περιοχής κάτωθεν της κοιλιακής χώρας και ενηλλάσσοντο κάθε τρεις και λίγο, τουτέστιν μία πάνω και μία κάτω και ο ιππότης σχεδόν αναίσθητος παρηκολούθη τον εκμαυλισμόν αυτού ως επί τρισδιαστάτου οθόνης. Απασα η ποσότης του οίνου εξεχύθη ωσεί σπέρμα εντός των άνω και κάτω γυναικείων χειλέων και, κατόπιν του πλήρους ξεζουμίσματος, ούτως ειπείν, έσυραν αι δύο μαινάδες το ισχνόν του δέμας επί του ημιδίπλου διβανίου επί του οποίου ηυρέθη εξυπνών την επομένην πρωΐαν.
Ετάνυσεν τους μύες, ήπλωσεν χείρας και πόδας, το σώμα όμως του ιππότου ηρνείτο επιμόνως να υπακούσει την εντολήν του κυρίου του ίνα εκτιναχθεί εκ του διβανίου και απέμενεν ως να ήτο προσδεδεμένον με σιδηράς αλυσίδας επ’ αυτού. Αι βατραχώδεις κυρίαι εκοιμώντο τον ύπνον του δικαίου, μία εκ δεξιών και μία εξ ευωνύμων, αφήνουσαι ισχυράς εκπνοάς καθώς επίσης επέρδοντο υποκώφως, πράγμα το οποίον απεδείκνυε τον κορεσμόν των ορέξεών των διαρκείας τουλάχιστον τριμήνου. Ο ευγενής ιππότης, αν και δεν ήθελεν ταράξει τον ύπνον αυτών, ησθάνθη μετά τρόμου ισχυράν ξηρασίαν εντός του στόματος και εξέβαλλεν κραυγήν:
- Λίγο νερό! Λίγο νερό!
Αι κυρίαι ανεσήκωσαν τους, ωσεί δρύς, κορμούς των και η μία εξ αυτών έτρεξεν ίνα προσκομίσει μεγάλους αμφορείς πλήρεις ψυχρού ύδατος ίνα δροσίσει τα χείλη του ιππότου, ά εφίλη εμπαθώς την προτεραίαν. Η ετέρα, ανεσήκωσεν μετά προσοχής και τρυφερότητος την κεφαλήν αυτού, μη πνιγεί κιόλας ο έρμος, και προσέφερεν εις αυτόν το ύδωρ εντός ποτηρίου εκ κρυστάλλου Βοημίας περιτέχνως εσκαλισμένου. Τοσαύτη ήτο η ανάγκη του ιππότου να ξεδιψάσει, ώστε το περισσότερον ύδωρ εχύνετο εκτός των χειλέων αυτού.
Εντέλει, εξεδίψασεν και ανεκάθισεν επί του διβανίου διερωτώμενος πώς ηυρέθη επ’ αυτού και μάλιστα εντελώς γυμνός. Αι κυρίαι έδωσαν ικανάς εξηγήσεις ώστε να αντιληφθεί τι ακριβώς είχεν συμβεί και ο ιππότης Λάρρυ, προσποιούμενος τον απαθή, εζήτησεν πλουσιοπάροχον πρόγευμα όν μετά χαράς του προσεφέρθη. Απήλαυσεν τούτον καθήμενος επί του διβανίου χωρίς να ενδυθεί, σκεπτόμενος παραλλήλως μικράν αναίμακτον εκδίκησιν ήτις θα προσέφερεν ικανοποίησιν εις τον ίδιον αλλά και θα έδιδεν μάθημά τι εις τας βατραχώδεις κυρίας. Κατόπιν, μόλις ντερλίκωσε και ησθάνθη εκ νέου ντούρος και ισχυρός, ήρπαξεν και τας δύο ομού εκ των μακριών τριχών της ξανθής κεχρωσμένης κόμης των και τας ετίναξεν επί του δαπέδου.
- Τώρα θα ιδείτε τι θα πάθετε αποτρόπαια γύναια του συρμού! Εκραύγασεν στεντορίως, μια και δεν ήξερε να βρίζει εκτενέστερα.
Αι βατραχώδεις κυρίαι είχον την ευχάριστον έκπληξιν να δεχθώσιν πολλαπλάς εφαρμογάς του υπερμεγέθους ψώλωνος, όστις δεν εβαρύνετο εις το ελάχιστον να τας γαμεί εναλλάξ και επί τα αυτά. Η συνεύρεσις ήτο απολύτως άηχος και, ενώ πιθανώτατα εις ετέραν περίπτωσιν θα ηδύνατό τις να φαντασθεί ότι θα εκυριάρχουν κραυγαί όπως «πάρε και τούτη, πάρε και κείνη και αχ, πασάκα μ' τι μου κάνεις και τι σου κάνω μάνα μ'», δεν ηκούγετο κιχ.
Μετά το πέρας της, τρόπον τινά, εκδικητικής συνουσίας -όσον μία συνεύρεσις δύναται να χαρακτηρισθεί ούτωπως- αι κυρίαι εκείτοντο σχεδόν άπνοες επί του δαπέδου, πλήρεις φαιών μωλώπων επί των μηρών των, ενώ ο ιππότης Λάρρυ ενεδύετο την αργυράν αυτού πανοπλίαν σιγοσφυρίζων ασμάτιόν τι, πανέτοιμος δι αναχώρησιν εκ της μικράς πολιτείας των Επιδαυρείων. Τοσούτον μικράς, ώστε θα εδυσκολεύετο εις το μέλλον να την ανακαλύψη εκ νέου εις τον γεωγραφικόν χάρτην της πατρίδος του. Αι κυρίαι παραμένουσιν εισέτι άπνοες και άφωναι. Ας πρόσεχαν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου