7 Δεκ 2005

Η ΣΚΟΝΙΤΣΑ


Σ’ ένα σκοτεινό υπόγειο ζούσε η μικρή Σκονίτσα με τη μαμά της, το μπαμπά της, τον παππού, τη γιαγιά, τους θείους και τις θείες και πολλά πολλά ξαδελφάκια. Ζούσαν όλοι μαζί ξαπλωμένοι πάνω σε χαρτοκούτια, σε παλιά βιβλία, σε μπόγους απο ρούχα παλιά και σε ξεχαρβαλωμένα έπιπλα.

Πολύ ψηλά, πάνω στον ήλιο, ζούσε μια μικρούλα παραπονεμένη ηλιαχτίδα. Ενοιωθε τόσο μόνη, που όλη μέρα παρακαλούσε τον πατέρα της τον ήλιο να της βρεί συντροφιά. Ο ήλιος της έλεγε πως όταν έρθει η ώρα και μεγαλώσει θα τη στείλει στη γη, όπου σίγουρα θα την περίμεναν του κόσμου οι εκπλήξεις!

Οταν ήρθε εκείνη η ώρα -ντάλα μεσημέρι καλοκαιριού ήταν- έστειλε ο ήλιος την κορούλα του στη γη, σε μια χαραμάδα μιας πόρτας, να βρει την τύχη της. Δυσκολεύτηκε λιγάκι η λαμπερή μικρούλα ηλιαχτίδα, αλλά τελικά πέρασε απ’ τη χαραμάδα και βρέθηκε μέσα σ’ ένα θεοσκότεινο χώρο γεμάτο παλιοπράγματα. Αχ, σκέφτηκε, τι θα κάνω εδώ μέσα; Τι καλά που ήμουνα με τον πατέρα μου τον κυρ-Ηλιο και τις αδελφούλες μου τις λαμπρές ηλιαχτίδες…

Η Σκονίτσα δε θά ’ξερε κάν πως υπάρχει, αν δεν έμπαινε μια μέρα μέσα στο σκοτεινό υπόγειο η μικρούλα λαμπερή ηλιαχτίδα μέσ’ απ’ τη χαραμάδα της πόρτας. Χάρη σ’ αυτή τη μικρή χαραμάδα έφεξε ο χώρος, με τη λεπτή λουρίδα απο φως που μπήκε ορμητικά, δίνοντας ζωή σ’ αυτήν και στην οικογένειά της.

Μόλις μπήκε η ηλιαχτίδα όλες οι σκόνες -κι η μικρή Σκονίτσα μαζί τους βέβαια- σηκώθηκαν κι άρχισαν ένα τρελλό χορό πάνω της! Χάρηκε τόσο πολύ η ηλιαχτίδα που δεν ήταν πια μόνη της! Αρχισε να παίζει κι αυτή με τη Σκονίτσα και την παρέα της κι έμοιαζαν -ηλιαχτίδα και σκόνες- σαν ένα βαγόνι τρένου γεμάτο χαρούμενους επιβάτες.

Πήδαγε η μικρούλα λαμπερή ηλιαχτίδα απο τοίχο σε τοίχο, κι απ’ το πάτωμα αντανακλούσε στο ταβάνι, γεμάτη χαρά που είχε δώσει ζωή στους φίλους της! Περνούσε μέσ’ απο κουρελιασμένες κουρτίνες, άγγιζε τα σκωροφαγωμένα έπιπλα, χάϊδευε τα κατασκονισμένα βιβλία…

Η Σκονίτσα κι όλες μαζί οι σκονίτσες του υπογείου χόρευαν μαζί της ένα τρελλό χορό που τελειωμό δεν είχε! Κόντευε να βραδυάσει όμως κι η λαμπερή ηλιαχτίδα έπρεπε να γυρίσει στο σπιτάκι της, κοντά στον πατέρα της, τον Ηλιο. Ολο και μίκραινε λοιπόν σιγά σιγά πλησιάζοντας προς τη χαραμάδα απ’ όπου είχε μπει. Η Σκονίτσα κατάλαβε πως πάλι θά ’μενε μοναχούλα της στο σκοτάδι, πως ο χορός θά ’πρεπε να πάρει τέλος…

-Μη φεύγεις καλή μου φίλη! Φώναξε στην ηλιαχτίδα.

-Θα ξανάρθω αύριο πάλι να παίξουμε, αν δεν έχει συννεφιά! Απάντησε η ηλιαχτίδα.

Πέρασε πολύς καιρός και η όμορφη φιλία της Σκονίτσας με την ηλιαχτίδα άνθιζε κάθε μέρα και περισσότερο. Πέρασε όμως το καλοκαίρι κι ήρθε ο χειμώνας με πολλή συννεφιά και κρύο. Οι μέρες μίκρυναν και σκοτείνιαζαν νωρίς, ακόμα κι όταν δεν ήταν συννεφιασμένες. Ολο και λιγώτερο έβλεπαν οι δυο φιλενάδες η μια την άλλη, ώσπου μια μέρα η ηλιαχτίδα δεν κατέβηκε καθόλου στη γη. Ο κυρ-Ηλιος δεν άφησε τη μικρή κορούλα του να διακινδυνέψει μια βόλτα στη χειμωνιάτικη ατμόσφαιρα.

Η Σκονίτσα ήταν απαρηγόρητη. Ξάπλωσε ξανά σ’ ένα παλιό μπαούλο κι άρχισε να κλαίει. Την πλησίασε τότε η γιαγιά της, μια γέρικη και παχιά σκόνη, και της είπε λόγια, που την έκαναν να χαμογελάει όταν θυμόταν τις όμορφες μέρες που είχε ζήσει χορεύοντας πάνω στη μικρή ηλιαχτίδα παρέα με τους συγγενείς της. Θυμόταν, ναι, θυμόταν… Και ήταν πολύ ευτυχισμένη επειδή τώρα γνώριζε πως δεν ήταν μια τυχαία σκονίτσα, ήξερε τι ήταν, ήξερε ποιά ήταν, χάρη στη φίλη της τη λαμπερή μικρούλα ηλιαχτίδα!

Μια ανοιξιάτικη μέρα, όταν η ηλιαχτίδα ετοιμαζόταν να ξανακατέβει στη γη, μερικοί εργάτες άνοιξαν την πόρτα του υπογείου. Καθάρισαν καλά το χώρο, έρριξαν μπόλικο νερό κι έδιωξαν όλες τις σκόνες. Η Σκονίτσα παρασύρθηκε μαζί με άλλες σκόνες διαφόρων ηλικιών και μεγεθών προς ένα μικρό ρυάκι.

Κολυμπούσε θέλοντας και μη, προσπαθώντας να κρατηθεί απο κάπου να μη χαθεί. Εχασε τους γονείς, τ’ αδερφάκια και τα ξαδερφάκια της, τη γιαγιά και τον παπού, όλους μα όλους τους συγγενείς της. Εκεί που πίστευε πως μάταια πάλευε να σταθεί στην επιφάνεια του ρυακιού, ένα κλαράκι βρέθηκε μπροστά της λέγοντας:

-Ελα, σκαρφάλωσε πάνω μου μικρή Σκονίτσα!

-Αχ! Νά ’σαι καλά μικρό μου κλαράκι! Ευχαριστώ που με δέχεσαι να σταθώ πάνω σου.

Και μ’ ένα πήδο βρέθηκε πάνω στο κλαράκι να ταξιδεύει προς το άγνωστο. Ταξίδευαν μέρες πολλές το κλαράκι με τη Σκονίτσα, ώσπου ήρθε το καλοκαίρι και το ρυάκι στέρεψε. Ξεράθηκε εντελώς. Εκεί τη βρήκε η μικρούλα ηλιαχτίδα τη φιλενάδα της και ξανάρχισαν τα παιχνίδια κάτω απ’ τα φυλλώματα των δέντρων.

Αρχισαν να διηγούνται πως πέρασαν το χειμώνα, να λένε τις περιπέτειες και τα βάσανά τους. Το κλαράκι έγινε, μαζί με τη Σκονίτσα, ο καλύτερος φίλος της μικρούλας ηλιαχτίδας. Απλωσε το κορμάκι του μέχρι που η μικρούλα ηλιαχτίδα το ζέστανε και το στέγνωσε εντελώς. Πέρασαν οι τρεις τους όμορφες μέρες καλοκαιρινές, γεμάτες χαρά και διασκέδαση.

Ο χειμώνας δεν άργησε να ξανάρθει φέρνοντας κρύο και βροχές, σύννεφα και σκοτεινιά. Η μικρούλα ηλιαχτίδα γύρισε στο ουράνιο σπιτάκι της κι η Σκονίτσα έμεινε στη γη να περιμένει τι θα της συμβεί κοντά στο κλαράκι, το φίλο της. Δεν περίμενε και πολύ γιατί μια μέρα ήρθε ένα παιδάκι και μάζεψε το κλαράκι για προσάναμμα στο τζάκι. Ετρεξε χαρούμενο στη μαμά του λέγοντας:

-Κύττα μαμά τι όμορφο κλαράκι! Είναι κατάξερο, ότι πρέπει για προσάναμμα!

Το βράδυ της ίδιας μέρας άναψε το τζάκι του φτωχικού με τη βοήθεια του μικρού κλαριού. Η Σκονίτσα τότε ανέβηκε απ’ την καμινάδα μαζί με το κλαράκι που έγινε καπνός, πολύ χαρούμενη που θα συναντούσε την καλή της φίλη τη μικρούλα ηλιαχτίδα εκεί ψηλά στον ουρανό...

____________________________
-->> μπορείτε να ακούσετε και να κατεβάσετε το παραμυθάκι εδώ (ακούγεται δεύτερο)

6 σχόλια:

τσέλιγκας είπε...

Ένα σου λέω: Η σκονίτσα σου μαζί με τις κολλητές της τις τελευταίες δυο-τρεις μέρες έχει κατασκηνώσει στο δωμάτιο μου. Αύριο που θα πάρω το ξεσκονόπανο θα της φερθώ με ευγένεια.

Rodia είπε...

Θα σου πω άλλο ένα: Βάλε τα πρόβατα να ξεσκονίσουν. Δέσε τα σ' ένα κοντάρι και σύρε τα απαλά στο πάτωμα.

mario είπε...

τελικά σε όλα υπάρχει η θετική πλευρά. πολύ όμορφο, καλημέρα

Xνούδι είπε...

τι όμορφο... "Ηξερα" μια rodia που έγραφε απίστευτα ποιήματα. Αν είσαι η ίδια, χαίρομαι που σε "ξαναβρίσκω". Αν πάλι όχι, χαίρομαι που σε γνωρίζω : )

Rodia είπε...

Μάλλον η ίδια είμαι.. με περισσότερα κλαδιά ίσως.. εχμ..

Και'γω χαίρομαι!:-)

Johny είπε...

Και αυτά τα κλαδιά να ποθέσω πως είναι καλύτερα από τα προηγούμενα , πιο δυνατά και πιο πράσινα;