Φτάνω πρώτη στο χωριό
Εχοντας αφήσει
Το τσαντάκι με τις ενοχές μου.
“Φύγε!” ένας γέρος με σπρώχνει
Κατρακυλάμε σε μια τσουλήθρα
Φτάνουμε στο σκάμμα
Το μουνί μου γεμίζει άμμο
Πέρα μακριά, ένα πέος γελάει
Ρίχνω ένα δίχτυ και του κόβω το γέλιο
Γεννώντας ένα μωρό.
Το σκοτάδι γεμίζει καπνό
“Ο κόσμος είναι αστείος” κραυγάζω
“Κόσμος είναι οι ενοχές σου;”
Ρωτάει ο γέρος και εμφανίζει το τσαντάκι
Χαρές, θλίψεις, όσα θέλω να ξεχνάω,
Κρέμονται στα ρούχα του.
Γεμίζω με νέες ενοχές
Το άδειο μου κεφάλι βουίζει
Σκαρφαλώνω σε τοίχους σαν αράχνη,
Ενα κόκκινο φλογερό ποτάμι,
Πλημμυρίζει καίγοντας τις πατούσες μου
Εξαφανίζομαι λιωμένη στα Τάρταρα.
Το αυθεντικό ποίημα:
Ἐγκαταλείπω τὴν πόλη τελευταῖος
Παίρνω μόνο,
τὸν σάκκο μὲ τὴ συνείδησή μου.
«Ἀπὸ ’δῶ!» –μιὰ νεαρὴ γυναίκα μὲ τραβᾶ ἀπ’ τὸ χέρι
Ἀνεβαίνουμε μιὰν ἀπότομη σκάλα
Φθάνουμε σ’ ἕνα στενὸ δωμάτιο
Κάθεται πάνω μου γλιστρῶντας μέσα της τὸ πέος μου
Δίπλα μου ἕνα βρέφος ἀρχίζει νὰ κλαίει
Τὸ παίρνει καὶ τὸ θηλάζει,
χωρὶς νὰ διακόψῃ τὴ συνουσία.
Καπνίζω στὸ σκοτάδι
«Ὁ κόσμος καταρρέει» ψιθυρίζω
«Κόσμος εἶναι ἡ συνείδησή σου,»
λέει κι ἀδειάζει τὸν σάκκο μου ἀπ’ τὸ παράθυρο
Φόβοι, ἐπιθυμίες, ἀναμνήσεις μιᾶς ζωῆς,
σκορποῡν στὸν ἄνεμο.
Χωρὶς συνείδηση,
χωρὶς κεφάλι,
τρέχω στοὺς δρόμους χειρονομῶντας παράφορα
Μιὰ βουερὴ γαλάζια φλόγα,
ἐξέρχεται μ’ ὁρμὴ ἀπὸ τὸ στόμιο τοῦ λαιμοῦ μου
Τὸ κούφιο σῶμα μου εἶναι καμίνι διάπυρο.
______________________
ΣΗΜ. ανέβηκε στις 22 Ιουλίου 2018 στο f/b και δεν μπόρεσα να αντισταθώ!
Κατρακυλάμε σε μια τσουλήθρα
Φτάνουμε στο σκάμμα
Το μουνί μου γεμίζει άμμο
Πέρα μακριά, ένα πέος γελάει
Ρίχνω ένα δίχτυ και του κόβω το γέλιο
Γεννώντας ένα μωρό.
Το σκοτάδι γεμίζει καπνό
“Ο κόσμος είναι αστείος” κραυγάζω
“Κόσμος είναι οι ενοχές σου;”
Ρωτάει ο γέρος και εμφανίζει το τσαντάκι
Χαρές, θλίψεις, όσα θέλω να ξεχνάω,
Κρέμονται στα ρούχα του.
Γεμίζω με νέες ενοχές
Το άδειο μου κεφάλι βουίζει
Σκαρφαλώνω σε τοίχους σαν αράχνη,
Ενα κόκκινο φλογερό ποτάμι,
Πλημμυρίζει καίγοντας τις πατούσες μου
Εξαφανίζομαι λιωμένη στα Τάρταρα.
Το αυθεντικό ποίημα:
Ἐγκαταλείπω τὴν πόλη τελευταῖος
Παίρνω μόνο,
τὸν σάκκο μὲ τὴ συνείδησή μου.
«Ἀπὸ ’δῶ!» –μιὰ νεαρὴ γυναίκα μὲ τραβᾶ ἀπ’ τὸ χέρι
Ἀνεβαίνουμε μιὰν ἀπότομη σκάλα
Φθάνουμε σ’ ἕνα στενὸ δωμάτιο
Κάθεται πάνω μου γλιστρῶντας μέσα της τὸ πέος μου
Δίπλα μου ἕνα βρέφος ἀρχίζει νὰ κλαίει
Τὸ παίρνει καὶ τὸ θηλάζει,
χωρὶς νὰ διακόψῃ τὴ συνουσία.
Καπνίζω στὸ σκοτάδι
«Ὁ κόσμος καταρρέει» ψιθυρίζω
«Κόσμος εἶναι ἡ συνείδησή σου,»
λέει κι ἀδειάζει τὸν σάκκο μου ἀπ’ τὸ παράθυρο
Φόβοι, ἐπιθυμίες, ἀναμνήσεις μιᾶς ζωῆς,
σκορποῡν στὸν ἄνεμο.
Χωρὶς συνείδηση,
χωρὶς κεφάλι,
τρέχω στοὺς δρόμους χειρονομῶντας παράφορα
Μιὰ βουερὴ γαλάζια φλόγα,
ἐξέρχεται μ’ ὁρμὴ ἀπὸ τὸ στόμιο τοῦ λαιμοῦ μου
Τὸ κούφιο σῶμα μου εἶναι καμίνι διάπυρο.
______________________
ΣΗΜ. ανέβηκε στις 22 Ιουλίου 2018 στο f/b και δεν μπόρεσα να αντισταθώ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου