Οταν
ειργαζόμην εις το μπουρδέλον της πλατείας Κολιάτσου, είχα την ευκαιρίαν
να γνωρίσω πολλούς καλούς κυρίους, οι οποίοι συνέδραμαν μετ'
ευχαριστήσεως και εφούσκωναν τον τραπεζικόν λογαριασμόν μου, καθώς και
συμπαρίσταντο εις τας ψυχικάς μου καταπτώσεις. Ενας εξ αυτών, ενθυμούμαι
καλώς, ελέγετο "κύριος Κοσμάς" και ήτο μεγαλοχασάπης εις την κεντρικήν
αγοράν. Εις τον οίκον ενοχής (ιδικής μου) ήρχετο εποχούμενος επί
τετρακυλίνδρου οχήματος πετρελαιοκινήτου, εκάστην Παρασκευήν. Δεν ήρχετο
τα Σάββατα επειδή την επομένην ήτο επίτροπος εις τον Ιερόν Ναόν του
Οσίου Λουκά και επεθύμη να είναι αμόλυντος η προηγουμένη νύκτα αυτού,
ήντινα διήρχετο μετά της συζύγου του εις έν καταγώγιον στις Τζιτζιφιές,
πλάι εις τον Ιππόδρομον, τουτέστιν εθεωρούσε τας λαρυγγώδεις αοιδούς
υψηλοτέρας ηθικής υποστάσεως από εμέ. Τι να είπω δε δια την σύζυγον ήτις
τον εκεράτωνε -ωσάν να ήτο τάρανδος ανοιξιάτικος επερίσσευαν τα κέρατα.
Το μπουρδέλον ανήκεν εις την μαντάμ Φώφην, μίαν υπέρκομψον κυρίαν πεντήκοντα ετών, ήτις έπαιρνε τα καλύτερα τεκνά και άφηνε την σαβούραν δι ημάς τας νεωτέρας. Ολο κάτι καράφλες και κοιλαράδες έπεφταν στο μερτικό των νεαρών αιθερίων υπάρξεων, τουτέστιν εις εμέ και την Εστρέλλαν. Η Εστρέλλα ήτο ένα έτος μεγαλυτέρα από εμέ, πέντε πόντους χαμηλωτέρα και δύο οκάδας βαρυτέρα. Αντιλαμβάνεται λοιπόν ο πάσα ενας ότι ήμουν η πλέον ριγμένη εντός του οίκου της μαντάμ Φώφης. Το καλόν ήτο όμως ότι οι δευτεροκλασσάτοι εις την εμφάνισιν ήσαν πρωτοκλασσάτοι εις την οικονομικήν κατάστασιν, ούτωπως ισοφαρίζετο η απώλεια ευχαριστήσεως ημών των νεωτέρων, άλλωστε -ως είναι γνωστόν- η πουτάνα δεν χρήζει απολαύσεων. Αρκείται εις την αγοραπωλησίαν του σαρκίου αυτής και, όσον καλυτέρα η τιμή τόσον μεγαλυτέραν ικανοποίησιν λαμβάνει. Βεβαίως, η μαντάμ Φώφη ελάμβανε την μερίδα του λέοντος εκ των ειπράξεών μας, ούτω της ερχόταν μία η άλλη. Η απώλεια ρευστού απο τα θυλάκια της πτωχής νεολαίας ισοφαρίζετο από τα γεμάτα πορτοφόλια των σοβαρών κυρίων, αλλά η απώλεια η ιδική μας, δεν ισοφαρίζετο με τίποτε.
Η Εστρέλλα είχεν καταγωγήν αρμενικήν, δια τούτο διέθετε μύτην τεραστίων διαστάσεων, εν αντιθέσει με την μαντάμ Φώφην ήτις ήτο γαλλίς υπήκοος, δια τούτο είχεν το ελεύθερον να διατηρεί μπουρδέλον πολυτελείας. Διέθετε βεβαίως και καταλλήλους γνωριμίας μετ' οργάνων της τάξεως. Καλοστημένη επιχείρησις λέμε. Η μαντάμ Φώφη είχεν μικρών διαστάσεων ρίνα, αλλά δεν της έλειπεν η όσφρησις. Εμυριζότανε από δέκα μέτρα τον καλόν πελάτην. Η Εστρέλλα ήτο αμνός του Θεού και η μούρη μου απλώς μάθαινα το επάγγελμα τις ώρες που έκανα σκασιαρχείο από το 8ο Γυμνάσιο.
Εμείς αι τρεις ειμεθα αι πλέον τακτικαί εις τον οίκον, ομού μετά της κυρά Σοφίας της καθαριστρίας. Λεγόταν ότι η κυρά Σοφία ήτο η παλαιά ιδιοκτήτρια και είχε πωλήσει την επιχείρησιν εις την μαντάμ Φώφην όταν ησθένησε ο πατήρ της και εχρειάζετο επιπλέον χρήματα δια να τα φέρει βόλτα. Ο πατήρ απεθανεν αλλά το μπουρδέλον είχεν αλλάξει χέρια, η κυρά Σοφία έμεινε απένταρη και η μαντάμ την περιμάζεψε δια να καθαρίζει. Η κυρά Σοφία ήτο επιφορτισμένη να συλλέγει κορασίδες με απαιτήσεις πλέον του χαρτζηλικίου το οποίον ελάμβανον εκ του πατρός των ή που ήσαν απένταρες και εκόπτοντο να εργασθούν οπουδήποτε, φθάνει να διέθετον στοιχειώδη ευμορφίαν και χάριν. Η Εστρέλλα δεν διέθετε τίποτε από τα δύο, πλην όμως ήτο εξαιρετικά πρόθυμη να ικανοποιεί βίτσια, πράγμα ιδιαιτέρως επιθυμητόν εις τοιάυτας επιχειρήσεις. Εμένα με ονόμαζον "στριμμένην" διότι δεν ανεχόμουν βίτσια. Μοι ήτο αρκετόν να ανέχομαι τους καράφλες και τους κοιλαράδες και τους καράβλαχους.
Εν τω μπουρδέλι ειργάζοντο και άλλαι νεάνιδες έκτακται, τας οποίας ειδοποιούσεν η κυρά Σοφία όταν έπεφτε δουλειά με τη σέσουλα, ήτοι δι εξυπηρέτησιν του στόλου ή κλιμακίων του διπλωματικού σώματος εκ βαλκανικών χωρών. Τότε, έλεγα και εις μερικάς συμμαθητρίας μου να κάνουν μίαν περατζάδαν να ίδουν πόσα απίδια βάνει ο σάκκος. Βεβαίως επρόσεχα πολύ ποίας εκάλουν εις τον οίκον, μη τύχει και γίνει καμιά στραβή και το μάθει ο Γυμνασιάρχης ο κύριος Φούφωτος. Οι γονείς είχον μαύρα μεσάνυχτα και ήσαν πεπεισμένοι ότι εμελετούσα και ότι οι οφθαλμοί μου ήσαν βουλιαγμένοι από την πολλήν μελέτην και με παρεκάλουν να επισκεφθώ συντόμως τον οφθαλμίατρον, τον κύριον Πεσκέσην.
Ο κύριος Πεσκέσης ήτο τακτικός πελάτης του μπουρδέλου και μάλιστα προετίμα τας ιδικάς μου υπηρεσίας, ούτω του έθεσα το ζήτημα των οφθαλμών μου επί τάπητος και εδέχθη να με εξετάσει ένα απόγευμα όπου επήγα εις το ιατρείον του συνοδευομένη υπό της μητρός μου. Προς τιμήν του, δεν εδέχθη πεντάραν δια την εξέτασιν και η εμή μήτηρ είχε να λέγει πόσον ευγενής ήτο ο κύριος ούτος. Εδωσεν ένα κολλύριον, έγραψεν και την συχνότητα χρήσεώς αυτού και εφύγαμε δια το φαρμακείον του κυρίου Σαββατιανού, όστις ήτο επίσης πελάτης του οίκου και με ελιγουρεύετο όλως ιδιαιτέρως. Δεν ήτο δυνατόν βεβαίως να αρνηθεί να πληρωθεί διότι η μήτηρ μου θα εψυλλιάζετο οπωσδήποτε κάτι, δεν ήτο δα και εντελώς βλακεντία. Ούτω, κατά την αναχώρησίν μας, με εφώναξε ιδιαιτέρως ίνα μοι δώσει ωρισμένας εξηγήσεις δια το φάρμακον δήθεν, και μοι ενεχείρησεν δέκα δραχμάς -την αξίαν του κολλυρίου- κάτωθεν του πάγκου εργασίας του φαρμακοτρίφτου.
Είχον κάνει μίαν καλήν μπάζαν εις την Εθνικήν Τράπεζαν δια καλόν σκοπόν. Εσκεπτόμην να υπάγω εις Μασσαλίαν μετά την λήψιν του απολυτηρίου μου, όπου ήτο ο παράδεισος των μπουρδέλων κατά την εποχήν εκείνην, όπως έλεγεν κατ' επανάληψιν η μαντάμ. Θα το έκαμνε και η ιδία, αν δεν ήτο ερωτευμένη με τον κύριον Σκολοπέα τον μοίραρχον, ένα τεκνό μπουκιά και συχώριο λέμε. Ετών τριάκοντα ο κύριος μοίραρχος, μόνο μοίραρχος δεν ήταν. Ενας χωροφυλακίσκος της πεντάρας ήτο, αλλά η μαντάμ Φώφη του είχε ανεβάσει το βαθμό του ομού μετά της ψωλής του ήντινα ανεβοκατέβαζεν κατά βούλησιν εκάστην Τρίτην και Πέμπτην απόγευμα. Εις τον κύριον Σκολοπέαν οφείλεται το ναυάγιον του σχεδίου μου μέσω της αποκαλύψεως του τι ακριβώς συνέβαινε εντός του οίκου της μαντάμ Φώφης, ένεκα που ο κύριος μοίραρχος ήτο λίαν ζουλιάρης και μάλιστα εκρηκτικώς πως.
Η μαντάμ εφρόντιζε κατά τας επισκέψεις του κυρίου μοιράρχου να είναι ο οίκος απηλαγμένος ετέρων προσώπων ή, εις περίπτωσιν όπου ευρισκόμεθα εκεί, να είμεθα κεκλεισμένων των θυρών εντός των δωματίων μας και να μη βγάζουμε κιχ. Ελα όμως που έσπασε ο διάολος το ποδάρι του και κατά την στιγμήν όπου έκρουε τον κώδωνα ο μεγαλοχασάπης ένα βραδάκι Παρασκευής του εκατέβηκε του κυρίου Σκολοπέα να έλθει ίνα προσκαλέσει την μαντάμ δι έξοδον εις τα μπουζούκια! Επέτυχε λοιπόν τον κύριον Κοσμάν να κτυπά την θύραν και η θύρα να ανοίγει και να ευρίσκεται προ υπερθεάματος υπερπαραγωγής αμερικανικού σινεμά εγχρώμου, τουτέστιν όλαι αι γυναίκες φόρα παρτίδα εξαπλωμέναι εις καναπέδες και πολυθρόνας με ανοικτούς πόδας και μερικαί εξ ημών εις το δάπεδον επί ταπήτων περσικών μεγάλης αξίας -η μαντάμ δεν εφείδετο πολυτελών αισθητικών παροχών προς τέρψιν των πελατών βεβαίως- διότι ανεμένετο ορδή αμερικανών ναυτών επί τη εισπλεύσει του στόλου.
Μας επέτυχεν το λοιπόν ο κύριος μοίραρχος ξώβυζες και γυμνόποδες να καπνίζουμε ναργιλέδες επί το ποιητικώτερον. Η φαντασία βλέπετε είναι κάτι λίαν σημαντικόν εις την εργασίαν ημών, το παραμύθι συμβάλλει τα μέγιστα εις την ταχείαν εκσπερμάτισιν και ημείς είχομεν να ξεπετάξωμεν εκείνην την ημέραν ικανόν αριθμόν πελατών. Η μουσική εν τω γραμμοφώνω έπαιζεν εις το διαπασών το "εγώ είμαι η νέα γυναίκα" και ημείς ως φουγάρα επιβεβαιώναμε τους στίχους περί του μοντέλου της νέας γυναίκας. Ο μεγαλοχασάπης ώρμηξεν προς το μέρος μου ίνα με οδηγήσει εν τω δωματίω μου του οποίου καλώς εγνώριζεν την θέσιν, αλλά ο κύριος Σκολοπέας τον εσταμάτησεν με την φωνήν του την βαθείαν και ελαφρώς ένρινον "Τι γίνεται δω μέσα μπρε!"
Ο κύριος μοίραρχος ουδεμίαν ιδέαν είχεν περί του οίκου, δεδομένου ότι η μαντάμ Φώφη είχεν εξορκίσει τον πραγματικόν μοίραρχον κύριον Βρακάκην, όστις ανενέωνεν και την άδειαν λειτουργίας του μπουρδέλου, ίνα μη αποκαλύψει λεπτομερείας εις ουδένα υφιστάμενόν του, ούτω ο μοίραρχος μαϊμού κυριος Σκολοπέας ευρίσκετο εις βαθύ σκότος, νομίζων ο πανύβλαξ ότι η μαντάμ ήτο μία αξιότιμος κυρία, ανωτέρας τάξεως και υπεράνω πάσης υποψίας. Μανία που την έχουν ωρισμένοι άνδρες να έλκονται από τάχα μου δήθεν σπουδαίες γυναίκες και αρνούνται να βρουν και να κουκουλωθούν καμιά γυναικούλα της σειράς τους! Τελοσπάντων, την κάτσαμε τη βάρκα εκείνη την ημέρα -απόγευμα ήτο- όπου εξαμπαρκάριζε ο στόλος και, ταξιδεύων με τον υπόγειον ηλεκτρικόν σιδηρόδρομον, θα αριβάριζε οσονούπω. Η μαντάμ ώρμηξεν προς την τηλεφωνικήν συσκευήν ίνα επικοινωνήσει μετά του αληθούς μοιράρχου να έλθει να μαζέψει τον υφιστάμενόν του, ο κύριος Σκολοπέας ώρμηξεν και ήρπαξεν την μαντάμ από τας τρίχας της κεφαλής της, άρτι φιλοτεχνηθείσας εις περίλαμπρον κόμμωσιν ένεκα οι ναύται, ημείς αι δευτεροκλασσάται πουτάναι οδυρόμεθα ομού και ολοφυρόμεθα μετ' αφθόνων ολολυγμών και δακρύων.
Την προσωρινήν λύσιν εις το πρόβλημα το οποίον ανεφύει εν ριπή οφθαλμού έδωσεν η κυρά Σοφία, ήτις εξεπρόβαλλεν από την κουζίναν όπου κατοικοέδρευε συνήθως, μόλις ήκουσεν τας κραυγάς απελπισίας της μαντάμ. Ως αιλουροειδές επλησίασεν τον κύριον Σκολοπέαν και τον ήρπασεν εκ του πέτου της στολής του λέγουσα προς έκπληξιν όλων ημών "ογλήγορα σπίτι τσογλάν μπουρέκ και μη σε ξαναδώ σε τέτοια μέρη!" και ο κύριος μοίραρχος εξαφνίσθη τοσούτον ώστε έμεινε κόκκαλο σύρων τα βήματα προς την έξοδον μετά κόπου, ωσάν κεραυνοβολημένος, ψελλίζων σιγανά "θα μου πεις τουλάχιστον τι συμβαίνει, ε". Τι είχεν συμβεί; Τι άλλον από το ότι η κυρά Σοφία ήτο η μήτηρ αυτού, ήτις έκανε τα στραβά μάτια δια την σχέσιν του υιού της με την πατρόνα ελπίζουσα να επανακτήσει την κυριότητα του μπουρδέλου εν ευθέτω χρόνω, μέσω ακριβώς αυτής της σχέσεως. Τι σου είναι η ζωή τελικώς!
Αμα τη αναχωρήσει του χωροφυλακίσκου, η μαντάμ έτρεξε να διορθώσει την κόμμωσίν της καθησυχάζουσα ημάς, καθώς και τον κύριον Κοσμάν, όστις ελαφρώς μουδιασμένος ηκολούθη την πορείαν μου προς το δωμάτιον ανόρεκτος, ανακτήσας όμως δυνάμεις μόλις ήκουσεν την μαντάμ να λέγει "σήμερα δωρεάν κύριε Κοσμά η πρώτη βολή, χρεώνεται μόνον η δευτέρα αν το βαστά η περδικούλα σας, έχομεν και κέρασμα ηδύποτον" και "συμφωνείς χρυσό μου, έτσι δεν είναι;" συνεπλήρωσεν απευθυνόμενη εις εμέ, και τι να κάμνω, συνεφώνησα. Εγνώριζα καλώς ότι ο μεγαλοχασάπης δεν θα με άφηνε παραπονούμενη -του εθύμιζα την ανεψιά του και με συνεπάθει σφόδρα. Αύτη ήτο και η τελευταία φορά που προσέφερα τας υπηρεσίας μου εις το μπουρδέλο της μαντάμ Φώφης. Μόλις έληξεν η συνεύρεσις μετά του κυρίου Κοσμά, με εκάλεσεν αύτη εις τα ενδότερα, δηλαδή εντός της μεγάλης πολυτελούς κρεββατοκάμαρής της, μοι ενεχείρησεν μικρόν τινα σάκκον εντός του οποίου υπήρχον μερικά κοσμήματα, δύο φορέματα μεταξωτά, τρία μεσοφόρια με τελείωμα μπιμπίλα, καθώς και έν δερμάτινον πορτοφόλιον εκ δέρματος όφεως χρώματος βαθέως πρασίνου, και με εσχόλασεν από την εργασίαν μου λες και έφταιγα εγώ δια την αθλίαν συμπεριφοράν του ερωμένου της. Τι σου είναι οι άνθρωποι! Σε τίποτα δεν τό'χουν να σε πετάξουν στο δρόμο.
Το τραύμα το οποίον έλαβεν η ψυχή μου από την αχαρακτήριστον συμπεριφοράν της μαντάμ Φώφης είχεν αντίκτυπον εις την διάθεσίν μου, έπεσα εις βαθείαν κατάθλιψιν σκεπτομένη την ματαίωσιν του ταξιδίου εις Μασσαλίαν και την εξεέλιξίν μου εις πουτάνα πολυτελείας με ιδιόκτητον οίκον εν τω εγγύς μέλλοντι. Ούτως εχόντων των πραγμάτων, ηναγκάσθην να συμβιβαστώ με τα τρέχοντα ισχύοντα και ήρχισα να μελετώ μετά πάθους, ούτως ώστε να αναπληρώσω τα κενά. Το ευτύχημα είναι ότι ο νους μου γίνεται ξουράφι όταν το θέλω, έτσι ετελείωσα με άριστα και διαγωγήν κοσμιωτάτην το όγδοον εξατάξιον Γυμνάσιον Κολιάτσου. Ημουν πλέον μία δεσποινίς ετών είκοσιν, δεδομένου ότι είχα μείνει στάσιμος δύο έτη λόγω επιπλοκής των αμυγδαλών μου, αλλά αυτή η ηλικία είναι η πλέον ώριμος ώστε να αποφασίζει ο άνθρωπος δια το μέλλον αυτού. Τα κοσμήματα, τα φορέματα και τα μεσοφόρια τα επώλησα εις μίαν καθηγήτριάν μου ελαφρώς ψωνάραν με τα είδη πολυτελείας, λέγουσα εις αυτήν μίαν πονεμένην ιστορίαν περί πτωχών συγγενών οίτινες ξεπουλούν το βιος τους λόγω ανεχείας, και το ποσόν κατέθεσα εις τον λογαριασμόν μου. Ημουν αρκετά πλουσία ως εικοσαετής απόφοιτος Γυμνασίου και ησθανόμην αρκετά δυνατή.
Εις την οικίαν μου ουδείς είχεν αντιληφθεί τι επαιζόταν τα δύο τελευταία χρόνια εις το χορόδραμα της κωμικοτραγικής μου ζωής, σχεδόν ούτε η αφεντιά μου το είχεν καταλάβει εις βάθος. Είχον την βεβαιότητα ότι ευρισκόμην εις την ορθήν οδόν της επιτυχίας, επειδή οι γονείς μου τα πάντα τα υπελόγιζαν με την χρηματικήν κλίμακα. Κατείχα ικανόν αριθμόν τραπεζογραμματίων, άρα ήμουν αρκετά πλουσία, άρα και αρκετά επιτυχημένη. Αυτό το οποίον καλείται "ηθική φθορά" δεν με είχεν εγγίσει ουδαμού, άλλωστε με το πρεσσάρισμα του αουτσάϊντερ, χάρις εις το οποίον επέτυχα την ηρωϊκήν μου έξοδον από τας βασικάς σπουδάς, είχον αποκτήσει και ένα λούστρο μορφώσεως επιπλέον. Εκείνην την εποχήν, το απολυτήριον του Γυμνασίου -Λυκείου λέγεται σήμερον- ήτο ικανόν ίνα κατακτήσει ένας νέος άνθρωπος μίαν θέσιν ικανώς αμοιβομένην εις τον δημόσιον ή τον ιδιωτικόν τομέα. Προετοίμησα τον δημόσιον, προς μεγάλην ευχαρίστησιν της εμής οικογενείας. Το υπουργείον Εσωτερικών προεκήρυξε θέσεις τινάς γραμματέων και δακτυλογράφων, εξητάσθην, επέτυχον και προσελήφθην κατά μήνα Απρίλιον -ολίγον προ του Πάσχα.
Σκέτο μπουρδέλο το Υπουργείον, ηυρέθην κολυμβώσα εις γνωστά ύδατα, πασίγνωστα μάλλον, διότι το ήμισυ τουλάχιστον των υπαλλήλων ετύγχανον παλαιοί μου πελάται, καθώς και η πλειονότης των επισκεπτών του Υπουργείου, όθεν εστί μεθερμηνευόμενον, ότι συνέχισα μετά πάσης ελευθερίας να εφαρμόζω την παροιμίαν "παλιά μου τέχνη κόσκινο" και να διάγω βίον ανέφελον και πολλά αγαθά αποφέροντα. Ζωή και κότα, οπού λέγουσιν, με μόνην διαφοράν ότι η κότα δεν ήμουν εγώ. Η κότα η μεγάλη ήταν ο κύριος Παρλαβούρας ο διευθυντής της Υπηρεσίας μου, συνοδευόμενος από πλείστα όσα κοτόπουλα -υπαλλήλους και επισκέπτας κυρίως- τα οποία εμαδούσα δια της μεθόδου την οποίαν εγνώριζα λίαν καλώς. Εγώ ήμουν, και εξακολουθώ να είμαι η Ζωή.
---------
ΣΗΜ. Γράφτηκε σήμερα -μονοκοντυλιά σε 3 ωρίτσες- λόγω αναγκαστικής αγρυπνίας. Οταν ξεκίνησα να γράφω, δεν είχα ιδέα πού θα καταλήξω, όπως συμβαίνει πάντα ως τώρα. Πλάκα δεν έχει;
Το μπουρδέλον ανήκεν εις την μαντάμ Φώφην, μίαν υπέρκομψον κυρίαν πεντήκοντα ετών, ήτις έπαιρνε τα καλύτερα τεκνά και άφηνε την σαβούραν δι ημάς τας νεωτέρας. Ολο κάτι καράφλες και κοιλαράδες έπεφταν στο μερτικό των νεαρών αιθερίων υπάρξεων, τουτέστιν εις εμέ και την Εστρέλλαν. Η Εστρέλλα ήτο ένα έτος μεγαλυτέρα από εμέ, πέντε πόντους χαμηλωτέρα και δύο οκάδας βαρυτέρα. Αντιλαμβάνεται λοιπόν ο πάσα ενας ότι ήμουν η πλέον ριγμένη εντός του οίκου της μαντάμ Φώφης. Το καλόν ήτο όμως ότι οι δευτεροκλασσάτοι εις την εμφάνισιν ήσαν πρωτοκλασσάτοι εις την οικονομικήν κατάστασιν, ούτωπως ισοφαρίζετο η απώλεια ευχαριστήσεως ημών των νεωτέρων, άλλωστε -ως είναι γνωστόν- η πουτάνα δεν χρήζει απολαύσεων. Αρκείται εις την αγοραπωλησίαν του σαρκίου αυτής και, όσον καλυτέρα η τιμή τόσον μεγαλυτέραν ικανοποίησιν λαμβάνει. Βεβαίως, η μαντάμ Φώφη ελάμβανε την μερίδα του λέοντος εκ των ειπράξεών μας, ούτω της ερχόταν μία η άλλη. Η απώλεια ρευστού απο τα θυλάκια της πτωχής νεολαίας ισοφαρίζετο από τα γεμάτα πορτοφόλια των σοβαρών κυρίων, αλλά η απώλεια η ιδική μας, δεν ισοφαρίζετο με τίποτε.
Η Εστρέλλα είχεν καταγωγήν αρμενικήν, δια τούτο διέθετε μύτην τεραστίων διαστάσεων, εν αντιθέσει με την μαντάμ Φώφην ήτις ήτο γαλλίς υπήκοος, δια τούτο είχεν το ελεύθερον να διατηρεί μπουρδέλον πολυτελείας. Διέθετε βεβαίως και καταλλήλους γνωριμίας μετ' οργάνων της τάξεως. Καλοστημένη επιχείρησις λέμε. Η μαντάμ Φώφη είχεν μικρών διαστάσεων ρίνα, αλλά δεν της έλειπεν η όσφρησις. Εμυριζότανε από δέκα μέτρα τον καλόν πελάτην. Η Εστρέλλα ήτο αμνός του Θεού και η μούρη μου απλώς μάθαινα το επάγγελμα τις ώρες που έκανα σκασιαρχείο από το 8ο Γυμνάσιο.
Εμείς αι τρεις ειμεθα αι πλέον τακτικαί εις τον οίκον, ομού μετά της κυρά Σοφίας της καθαριστρίας. Λεγόταν ότι η κυρά Σοφία ήτο η παλαιά ιδιοκτήτρια και είχε πωλήσει την επιχείρησιν εις την μαντάμ Φώφην όταν ησθένησε ο πατήρ της και εχρειάζετο επιπλέον χρήματα δια να τα φέρει βόλτα. Ο πατήρ απεθανεν αλλά το μπουρδέλον είχεν αλλάξει χέρια, η κυρά Σοφία έμεινε απένταρη και η μαντάμ την περιμάζεψε δια να καθαρίζει. Η κυρά Σοφία ήτο επιφορτισμένη να συλλέγει κορασίδες με απαιτήσεις πλέον του χαρτζηλικίου το οποίον ελάμβανον εκ του πατρός των ή που ήσαν απένταρες και εκόπτοντο να εργασθούν οπουδήποτε, φθάνει να διέθετον στοιχειώδη ευμορφίαν και χάριν. Η Εστρέλλα δεν διέθετε τίποτε από τα δύο, πλην όμως ήτο εξαιρετικά πρόθυμη να ικανοποιεί βίτσια, πράγμα ιδιαιτέρως επιθυμητόν εις τοιάυτας επιχειρήσεις. Εμένα με ονόμαζον "στριμμένην" διότι δεν ανεχόμουν βίτσια. Μοι ήτο αρκετόν να ανέχομαι τους καράφλες και τους κοιλαράδες και τους καράβλαχους.
Εν τω μπουρδέλι ειργάζοντο και άλλαι νεάνιδες έκτακται, τας οποίας ειδοποιούσεν η κυρά Σοφία όταν έπεφτε δουλειά με τη σέσουλα, ήτοι δι εξυπηρέτησιν του στόλου ή κλιμακίων του διπλωματικού σώματος εκ βαλκανικών χωρών. Τότε, έλεγα και εις μερικάς συμμαθητρίας μου να κάνουν μίαν περατζάδαν να ίδουν πόσα απίδια βάνει ο σάκκος. Βεβαίως επρόσεχα πολύ ποίας εκάλουν εις τον οίκον, μη τύχει και γίνει καμιά στραβή και το μάθει ο Γυμνασιάρχης ο κύριος Φούφωτος. Οι γονείς είχον μαύρα μεσάνυχτα και ήσαν πεπεισμένοι ότι εμελετούσα και ότι οι οφθαλμοί μου ήσαν βουλιαγμένοι από την πολλήν μελέτην και με παρεκάλουν να επισκεφθώ συντόμως τον οφθαλμίατρον, τον κύριον Πεσκέσην.
Ο κύριος Πεσκέσης ήτο τακτικός πελάτης του μπουρδέλου και μάλιστα προετίμα τας ιδικάς μου υπηρεσίας, ούτω του έθεσα το ζήτημα των οφθαλμών μου επί τάπητος και εδέχθη να με εξετάσει ένα απόγευμα όπου επήγα εις το ιατρείον του συνοδευομένη υπό της μητρός μου. Προς τιμήν του, δεν εδέχθη πεντάραν δια την εξέτασιν και η εμή μήτηρ είχε να λέγει πόσον ευγενής ήτο ο κύριος ούτος. Εδωσεν ένα κολλύριον, έγραψεν και την συχνότητα χρήσεώς αυτού και εφύγαμε δια το φαρμακείον του κυρίου Σαββατιανού, όστις ήτο επίσης πελάτης του οίκου και με ελιγουρεύετο όλως ιδιαιτέρως. Δεν ήτο δυνατόν βεβαίως να αρνηθεί να πληρωθεί διότι η μήτηρ μου θα εψυλλιάζετο οπωσδήποτε κάτι, δεν ήτο δα και εντελώς βλακεντία. Ούτω, κατά την αναχώρησίν μας, με εφώναξε ιδιαιτέρως ίνα μοι δώσει ωρισμένας εξηγήσεις δια το φάρμακον δήθεν, και μοι ενεχείρησεν δέκα δραχμάς -την αξίαν του κολλυρίου- κάτωθεν του πάγκου εργασίας του φαρμακοτρίφτου.
Είχον κάνει μίαν καλήν μπάζαν εις την Εθνικήν Τράπεζαν δια καλόν σκοπόν. Εσκεπτόμην να υπάγω εις Μασσαλίαν μετά την λήψιν του απολυτηρίου μου, όπου ήτο ο παράδεισος των μπουρδέλων κατά την εποχήν εκείνην, όπως έλεγεν κατ' επανάληψιν η μαντάμ. Θα το έκαμνε και η ιδία, αν δεν ήτο ερωτευμένη με τον κύριον Σκολοπέα τον μοίραρχον, ένα τεκνό μπουκιά και συχώριο λέμε. Ετών τριάκοντα ο κύριος μοίραρχος, μόνο μοίραρχος δεν ήταν. Ενας χωροφυλακίσκος της πεντάρας ήτο, αλλά η μαντάμ Φώφη του είχε ανεβάσει το βαθμό του ομού μετά της ψωλής του ήντινα ανεβοκατέβαζεν κατά βούλησιν εκάστην Τρίτην και Πέμπτην απόγευμα. Εις τον κύριον Σκολοπέαν οφείλεται το ναυάγιον του σχεδίου μου μέσω της αποκαλύψεως του τι ακριβώς συνέβαινε εντός του οίκου της μαντάμ Φώφης, ένεκα που ο κύριος μοίραρχος ήτο λίαν ζουλιάρης και μάλιστα εκρηκτικώς πως.
Η μαντάμ εφρόντιζε κατά τας επισκέψεις του κυρίου μοιράρχου να είναι ο οίκος απηλαγμένος ετέρων προσώπων ή, εις περίπτωσιν όπου ευρισκόμεθα εκεί, να είμεθα κεκλεισμένων των θυρών εντός των δωματίων μας και να μη βγάζουμε κιχ. Ελα όμως που έσπασε ο διάολος το ποδάρι του και κατά την στιγμήν όπου έκρουε τον κώδωνα ο μεγαλοχασάπης ένα βραδάκι Παρασκευής του εκατέβηκε του κυρίου Σκολοπέα να έλθει ίνα προσκαλέσει την μαντάμ δι έξοδον εις τα μπουζούκια! Επέτυχε λοιπόν τον κύριον Κοσμάν να κτυπά την θύραν και η θύρα να ανοίγει και να ευρίσκεται προ υπερθεάματος υπερπαραγωγής αμερικανικού σινεμά εγχρώμου, τουτέστιν όλαι αι γυναίκες φόρα παρτίδα εξαπλωμέναι εις καναπέδες και πολυθρόνας με ανοικτούς πόδας και μερικαί εξ ημών εις το δάπεδον επί ταπήτων περσικών μεγάλης αξίας -η μαντάμ δεν εφείδετο πολυτελών αισθητικών παροχών προς τέρψιν των πελατών βεβαίως- διότι ανεμένετο ορδή αμερικανών ναυτών επί τη εισπλεύσει του στόλου.
Μας επέτυχεν το λοιπόν ο κύριος μοίραρχος ξώβυζες και γυμνόποδες να καπνίζουμε ναργιλέδες επί το ποιητικώτερον. Η φαντασία βλέπετε είναι κάτι λίαν σημαντικόν εις την εργασίαν ημών, το παραμύθι συμβάλλει τα μέγιστα εις την ταχείαν εκσπερμάτισιν και ημείς είχομεν να ξεπετάξωμεν εκείνην την ημέραν ικανόν αριθμόν πελατών. Η μουσική εν τω γραμμοφώνω έπαιζεν εις το διαπασών το "εγώ είμαι η νέα γυναίκα" και ημείς ως φουγάρα επιβεβαιώναμε τους στίχους περί του μοντέλου της νέας γυναίκας. Ο μεγαλοχασάπης ώρμηξεν προς το μέρος μου ίνα με οδηγήσει εν τω δωματίω μου του οποίου καλώς εγνώριζεν την θέσιν, αλλά ο κύριος Σκολοπέας τον εσταμάτησεν με την φωνήν του την βαθείαν και ελαφρώς ένρινον "Τι γίνεται δω μέσα μπρε!"
Ο κύριος μοίραρχος ουδεμίαν ιδέαν είχεν περί του οίκου, δεδομένου ότι η μαντάμ Φώφη είχεν εξορκίσει τον πραγματικόν μοίραρχον κύριον Βρακάκην, όστις ανενέωνεν και την άδειαν λειτουργίας του μπουρδέλου, ίνα μη αποκαλύψει λεπτομερείας εις ουδένα υφιστάμενόν του, ούτω ο μοίραρχος μαϊμού κυριος Σκολοπέας ευρίσκετο εις βαθύ σκότος, νομίζων ο πανύβλαξ ότι η μαντάμ ήτο μία αξιότιμος κυρία, ανωτέρας τάξεως και υπεράνω πάσης υποψίας. Μανία που την έχουν ωρισμένοι άνδρες να έλκονται από τάχα μου δήθεν σπουδαίες γυναίκες και αρνούνται να βρουν και να κουκουλωθούν καμιά γυναικούλα της σειράς τους! Τελοσπάντων, την κάτσαμε τη βάρκα εκείνη την ημέρα -απόγευμα ήτο- όπου εξαμπαρκάριζε ο στόλος και, ταξιδεύων με τον υπόγειον ηλεκτρικόν σιδηρόδρομον, θα αριβάριζε οσονούπω. Η μαντάμ ώρμηξεν προς την τηλεφωνικήν συσκευήν ίνα επικοινωνήσει μετά του αληθούς μοιράρχου να έλθει να μαζέψει τον υφιστάμενόν του, ο κύριος Σκολοπέας ώρμηξεν και ήρπαξεν την μαντάμ από τας τρίχας της κεφαλής της, άρτι φιλοτεχνηθείσας εις περίλαμπρον κόμμωσιν ένεκα οι ναύται, ημείς αι δευτεροκλασσάται πουτάναι οδυρόμεθα ομού και ολοφυρόμεθα μετ' αφθόνων ολολυγμών και δακρύων.
Την προσωρινήν λύσιν εις το πρόβλημα το οποίον ανεφύει εν ριπή οφθαλμού έδωσεν η κυρά Σοφία, ήτις εξεπρόβαλλεν από την κουζίναν όπου κατοικοέδρευε συνήθως, μόλις ήκουσεν τας κραυγάς απελπισίας της μαντάμ. Ως αιλουροειδές επλησίασεν τον κύριον Σκολοπέαν και τον ήρπασεν εκ του πέτου της στολής του λέγουσα προς έκπληξιν όλων ημών "ογλήγορα σπίτι τσογλάν μπουρέκ και μη σε ξαναδώ σε τέτοια μέρη!" και ο κύριος μοίραρχος εξαφνίσθη τοσούτον ώστε έμεινε κόκκαλο σύρων τα βήματα προς την έξοδον μετά κόπου, ωσάν κεραυνοβολημένος, ψελλίζων σιγανά "θα μου πεις τουλάχιστον τι συμβαίνει, ε". Τι είχεν συμβεί; Τι άλλον από το ότι η κυρά Σοφία ήτο η μήτηρ αυτού, ήτις έκανε τα στραβά μάτια δια την σχέσιν του υιού της με την πατρόνα ελπίζουσα να επανακτήσει την κυριότητα του μπουρδέλου εν ευθέτω χρόνω, μέσω ακριβώς αυτής της σχέσεως. Τι σου είναι η ζωή τελικώς!
Αμα τη αναχωρήσει του χωροφυλακίσκου, η μαντάμ έτρεξε να διορθώσει την κόμμωσίν της καθησυχάζουσα ημάς, καθώς και τον κύριον Κοσμάν, όστις ελαφρώς μουδιασμένος ηκολούθη την πορείαν μου προς το δωμάτιον ανόρεκτος, ανακτήσας όμως δυνάμεις μόλις ήκουσεν την μαντάμ να λέγει "σήμερα δωρεάν κύριε Κοσμά η πρώτη βολή, χρεώνεται μόνον η δευτέρα αν το βαστά η περδικούλα σας, έχομεν και κέρασμα ηδύποτον" και "συμφωνείς χρυσό μου, έτσι δεν είναι;" συνεπλήρωσεν απευθυνόμενη εις εμέ, και τι να κάμνω, συνεφώνησα. Εγνώριζα καλώς ότι ο μεγαλοχασάπης δεν θα με άφηνε παραπονούμενη -του εθύμιζα την ανεψιά του και με συνεπάθει σφόδρα. Αύτη ήτο και η τελευταία φορά που προσέφερα τας υπηρεσίας μου εις το μπουρδέλο της μαντάμ Φώφης. Μόλις έληξεν η συνεύρεσις μετά του κυρίου Κοσμά, με εκάλεσεν αύτη εις τα ενδότερα, δηλαδή εντός της μεγάλης πολυτελούς κρεββατοκάμαρής της, μοι ενεχείρησεν μικρόν τινα σάκκον εντός του οποίου υπήρχον μερικά κοσμήματα, δύο φορέματα μεταξωτά, τρία μεσοφόρια με τελείωμα μπιμπίλα, καθώς και έν δερμάτινον πορτοφόλιον εκ δέρματος όφεως χρώματος βαθέως πρασίνου, και με εσχόλασεν από την εργασίαν μου λες και έφταιγα εγώ δια την αθλίαν συμπεριφοράν του ερωμένου της. Τι σου είναι οι άνθρωποι! Σε τίποτα δεν τό'χουν να σε πετάξουν στο δρόμο.
Το τραύμα το οποίον έλαβεν η ψυχή μου από την αχαρακτήριστον συμπεριφοράν της μαντάμ Φώφης είχεν αντίκτυπον εις την διάθεσίν μου, έπεσα εις βαθείαν κατάθλιψιν σκεπτομένη την ματαίωσιν του ταξιδίου εις Μασσαλίαν και την εξεέλιξίν μου εις πουτάνα πολυτελείας με ιδιόκτητον οίκον εν τω εγγύς μέλλοντι. Ούτως εχόντων των πραγμάτων, ηναγκάσθην να συμβιβαστώ με τα τρέχοντα ισχύοντα και ήρχισα να μελετώ μετά πάθους, ούτως ώστε να αναπληρώσω τα κενά. Το ευτύχημα είναι ότι ο νους μου γίνεται ξουράφι όταν το θέλω, έτσι ετελείωσα με άριστα και διαγωγήν κοσμιωτάτην το όγδοον εξατάξιον Γυμνάσιον Κολιάτσου. Ημουν πλέον μία δεσποινίς ετών είκοσιν, δεδομένου ότι είχα μείνει στάσιμος δύο έτη λόγω επιπλοκής των αμυγδαλών μου, αλλά αυτή η ηλικία είναι η πλέον ώριμος ώστε να αποφασίζει ο άνθρωπος δια το μέλλον αυτού. Τα κοσμήματα, τα φορέματα και τα μεσοφόρια τα επώλησα εις μίαν καθηγήτριάν μου ελαφρώς ψωνάραν με τα είδη πολυτελείας, λέγουσα εις αυτήν μίαν πονεμένην ιστορίαν περί πτωχών συγγενών οίτινες ξεπουλούν το βιος τους λόγω ανεχείας, και το ποσόν κατέθεσα εις τον λογαριασμόν μου. Ημουν αρκετά πλουσία ως εικοσαετής απόφοιτος Γυμνασίου και ησθανόμην αρκετά δυνατή.
Εις την οικίαν μου ουδείς είχεν αντιληφθεί τι επαιζόταν τα δύο τελευταία χρόνια εις το χορόδραμα της κωμικοτραγικής μου ζωής, σχεδόν ούτε η αφεντιά μου το είχεν καταλάβει εις βάθος. Είχον την βεβαιότητα ότι ευρισκόμην εις την ορθήν οδόν της επιτυχίας, επειδή οι γονείς μου τα πάντα τα υπελόγιζαν με την χρηματικήν κλίμακα. Κατείχα ικανόν αριθμόν τραπεζογραμματίων, άρα ήμουν αρκετά πλουσία, άρα και αρκετά επιτυχημένη. Αυτό το οποίον καλείται "ηθική φθορά" δεν με είχεν εγγίσει ουδαμού, άλλωστε με το πρεσσάρισμα του αουτσάϊντερ, χάρις εις το οποίον επέτυχα την ηρωϊκήν μου έξοδον από τας βασικάς σπουδάς, είχον αποκτήσει και ένα λούστρο μορφώσεως επιπλέον. Εκείνην την εποχήν, το απολυτήριον του Γυμνασίου -Λυκείου λέγεται σήμερον- ήτο ικανόν ίνα κατακτήσει ένας νέος άνθρωπος μίαν θέσιν ικανώς αμοιβομένην εις τον δημόσιον ή τον ιδιωτικόν τομέα. Προετοίμησα τον δημόσιον, προς μεγάλην ευχαρίστησιν της εμής οικογενείας. Το υπουργείον Εσωτερικών προεκήρυξε θέσεις τινάς γραμματέων και δακτυλογράφων, εξητάσθην, επέτυχον και προσελήφθην κατά μήνα Απρίλιον -ολίγον προ του Πάσχα.
Σκέτο μπουρδέλο το Υπουργείον, ηυρέθην κολυμβώσα εις γνωστά ύδατα, πασίγνωστα μάλλον, διότι το ήμισυ τουλάχιστον των υπαλλήλων ετύγχανον παλαιοί μου πελάται, καθώς και η πλειονότης των επισκεπτών του Υπουργείου, όθεν εστί μεθερμηνευόμενον, ότι συνέχισα μετά πάσης ελευθερίας να εφαρμόζω την παροιμίαν "παλιά μου τέχνη κόσκινο" και να διάγω βίον ανέφελον και πολλά αγαθά αποφέροντα. Ζωή και κότα, οπού λέγουσιν, με μόνην διαφοράν ότι η κότα δεν ήμουν εγώ. Η κότα η μεγάλη ήταν ο κύριος Παρλαβούρας ο διευθυντής της Υπηρεσίας μου, συνοδευόμενος από πλείστα όσα κοτόπουλα -υπαλλήλους και επισκέπτας κυρίως- τα οποία εμαδούσα δια της μεθόδου την οποίαν εγνώριζα λίαν καλώς. Εγώ ήμουν, και εξακολουθώ να είμαι η Ζωή.
---------
ΣΗΜ. Γράφτηκε σήμερα -μονοκοντυλιά σε 3 ωρίτσες- λόγω αναγκαστικής αγρυπνίας. Οταν ξεκίνησα να γράφω, δεν είχα ιδέα πού θα καταλήξω, όπως συμβαίνει πάντα ως τώρα. Πλάκα δεν έχει;
__________________
μεταφέρθηκε από εδώ γιατί νομίζω ότι αυτή η θέση είναι πιο κατάλληλη.