το μικρό άσπρο χαρούμενο αρνάκι πηδολογούσε στη ζούγκλα ανάμεσα στα
αιμοβόρα θηρία στα φίδια στα ερπετά στα αρπακτικά όρνεα και παρατρίχα τη
γλύτωνε απο το να γίνει λιώμα κάτω από μια γιγάντια πατούσα ή να
οδηγηθεί ολόκληρο σε κάνα πεινασμένο -ή και χορτάτο- στομάχι και κάθε
τρεις και λίγο λαχταρούσε μια ησυχία μια ηρεμία μια ασφάλεια αλλά χωρίς
μαντρί και τσοπάνη πράγμα δυσκολο -αδύνατο μάλλον καλύτερα στην εποχή
μας ίσως και σε όλες τις εποχές- και μια μέρα που κουράστηκε να
πηδολογάει βρεθήκαν κάτι επιτήδειοι και το ψήσανε να συμμετάσχει σε μια
ένωση θηρίων "και τί δουλειά έχω εγώ το φτωχούλι ανάμεσα στα θηρία;"
ρώτησε ψιλοπανικόβλητο αλλά ο επιτήδειος ήταν πολύ επιτήδειος επειδή
τού'χαν τάξει και θα κονόμαγε πολλά απο τη θυσία του μικρού άσπρου
χαρούμενου αρνιού -χώρια που ο ένας επιτήδειος πολλαπλασιάστηκε και
γίναν πολλοί επιτήδειοι και ήταν όλοι τους κατά σύμπτωση αρνάκια κι
αυτοί αλλά μαύρα που θέλαν να κερδίσουν και να φάνε τον άμπακο- και
απάντησε στο αρνάκι μας "δε θέλεις ασφάλεια ηρεμία και ησυχία;" και
"βέβαια θέλω να ξεκουραστώ λιγουλάκι και να μη τρομάζω συνέχεια απο τους
λύκους που έρχονται απο την ανατολή και το βοριά" χωρίς να ξέρει ότι
οι λύκοι ήταν μαριονέτες των θηρίων που τις παίζαν ειδικά για να
τρομάζουν το αρνάκι και να το φέρνουν προς το μέρος τους για να το
γδάρουν να πάρουν τη προβιά του και μετά να το ξεκοκκαλήσουν κιόλας -τί
θηρία θα ήταν άμα δεν σκεφτόντουσαν έτσι μοβόρικα;- και το αρνάκι
μάσησε το χόρτο που το τάισαν και βρέθηκε συνεταίρος ισότιμος των
θηρίων φίλος κολλητός των ερπετών και αδερφάκι των αρπακτικών και
πηδολόγαγε ήσυχο πια μέσα στη ζούγκλα και σίγουρο πως κανείς δεν θα το
πατήσει να το λιώσει ούτε θα το γδάρει να το φάει ούτε θα το τρομάξει
να πάθει κάνα έμφραγμα στα καλά καθούμενα και ο καιρός περνούσε και το
μικρό άσπρο χαρούμενο αρνάκι ένοιωθε πολύ όμορφα και ανάμεσα σε φίλους
ισχυρούς όμορφους ντυμένους κυριλέ με ριγέ γραββάτες και κοστούμια με
βάτες και κυρίες αφράτες και γελαστές με οδοντοστοιχίες που στάζαν μέλι
και βυζιά που μοσχοβολούσαν θυμάρι φρέσκο από τη Σίφνο και τον Υμηττό
αλλά κάποια στιγμή η παράσταση τέλειωσε και οι εταίροι και φίλοι
ζήτησαν από το αρνάκι ένα πανάκριβο εισιτήριο εισόδου στην ένωσή τους
που αποδείχτηκε συμμορία και το αρνάκι τρόμαξε τόσο πολύ που δεν
πρόλαβε να τρέξει να κρυφτεί και να γλιτώσει απο τα νύχια και τα δόντια
τους τρόμαξε τόσο που μούδιασε ολόκληρο περισσότερο απο την προδοσία
που υπέστη από εκείνους που νόμιζε φίλους και από τα μαύρα αρνιά που το
οδήγησαν στη μαύρη παγίδα και στεκόταν ακίνητο περιμένοντας να
δουλέψει το μυαλό του λέμε τώρα γιατί το μυαλό είχε υποστεί τη
μεγαλύτερη βλάβη
_____________
την ίδια μέρα, 11/10/2015 γράφτηκε στον ίδιο τόπο με το προηγούμενο και επίσης δεν θυμάμαι γιατί και πώς μου ήρθε!
_____________
την ίδια μέρα, 11/10/2015 γράφτηκε στον ίδιο τόπο με το προηγούμενο και επίσης δεν θυμάμαι γιατί και πώς μου ήρθε!